Λίγοι υπηρετούν την Αλήθεια γιατί λίγοι έχουν τη θέληση και λιγότεροι τη δύναμη για να είναι δίκαιοι

-"Μητρός τε και πατρὸς και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερόν εστιν η Πατρὶς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρα θεοίς και παρ᾿ ανθρώποις τοις νουν έχουσι." -
-"Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται"
- "Άλ, εσύ που είσαι το Φως, έλα στη Γή!
Κι εσύ Έλ ρίξε τις ακτίνες σου στην ιλύ που ψήνεται
(που βρίσκεται σε κατάσταση αναβρασμού).
Ας γίνει ένα καταστάλαγμα (μια ξηρά)
για να μπορέσουν τα Εγώ να ζήσουν, να υπάρξουν
και να σταθούν πάνω στην παλλόμενη Γη.
Ας μην επικρατήσει η νύχτα, που είναι το μικρόν,
και κινδυνέψει να ταφεί (να σβήσει, να χαθεί)
το καταστάλαγμα του πυρός μέσα στην αναβράζουσα ιλύ,
και ας αναπτυχθεί η Ψυχή, που είναι το μέγιστο,
το σημαντικότερο όλων!"

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

ΑΠΛΕΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΚΛΟ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΝΘΕΣΙΝ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Φωτογραφία του χρήστη Θελουμε Την Ελλαδα Πρωτευουσα Της Γης.-.
ΑΠΛΕΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΚΛΟ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΥΝΘΕΣΙΝ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
«Τὸ ὅτι ὁ Πρόκλος ἔχει κάνει ὀρθὴ ἐξήγηση τοῦ κειμένου τοῦ Πλάτωνα εἶναι σὲ μεγάλο βαθμὸ ἀποδεκτὸ ἀπὸ τὴν πλειοψηφία τῶν Κλασικῶν Φιλολόγων».
«Αὐτοὶ οἱ παραπλανημένοι Πλατωνισταί, ποὺ ἐξισώνουν τὴν ἀδιαίρετη Οὐσία μὲ τὴν Ταυτότητα καὶ τὴν διαιρετὴ Οὐσία μὲ τὴν Ἑτερότητα ἔχουν ἄγνοια τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ταυτότητα κυριαρχεῖ στὰ νοητά, ἀδιαίρετα πράγματα, συμπεραίνοντας ὅτι ἡ Ἑτερότητα δὲν εἶναι ἐκεῖ κάν. Αὐτὸ εἶναι σίγουρα λάθος, δεδομένου ὅτι ἀκόμη καὶ τὰ νοητὰ εἶναι, κατὰ μία ἔννοια, διαφοροποιημένα μεταξύ τους».
(Προηγούμενες τοῦ Πρόκλου ἑρμηνεῖες γιὰ τὴν ψυχικὴ σύνθεση)
Ὄσον ἀφορᾶ στὴν σύνθεση τῆς Ψυχῆς, στὸν «Τίμαιο» τοῦ Πλάτωνα, καθίσταται σαφὲς ὅτι ἀπὸ τὸν πρῶτο αἰώνα μ.κ.χ. ὑπῆρχε ἕνα καθιερωμένο σύνολο ‹ζητημάτων› γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ χωρίο τοῦ «Τίμαιου». Ὡς πρός τὀ τί εἶναι ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ, εἴδη Οὐσίας (Ὄντος) ποὺ ἀναφέρονται στὸν (Τίμαιο, 35α1-β1).
Τὸ κείμενο τοῦ Πλάτωνα εἶναι συντακτικὰ αἰνιγματικὸ καὶ ὑπάρχουν διαφορετικὲς ἐκδοχὲς τῆς ἔννοιάς του.
Σὲ ἀμφότερες τὶς περιπτώσεις, ὁ Πλούταρχος ἐπικεντρώνεται στὸν συνδυασμὸ τῶν ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν, Οὐσίες (Ὄντα). Ὁ ρόλος τῆς Ταυτότητας καὶ τῆς Ἑτερότητας ἐλαχιστοποιεῖται καὶ ἀμφότερα ἀποτελοῦν ἕνα εἶδος προσθήκης στὸ μίγμα τῶν ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν Οὐσιῶν (Ὄντων). Ὁ Πλούταρχος, κάνει μία ἑρμηνεία ποὺ ἀποκλίνει μὲ διάφορους τρόπους ἀπὸ τὴν κρατοῦσα θέση καὶ τοῦ Πρόκλου καὶ τῶν περισσότερων ἀξιόλογων μελετητῶν.
Ὅμως, τὸ σημαντικότερο ὅλων εἶναι ὅτι διάφοροι μελετητὲς χρησιμοποιοῦν τὸν ἑνικὸ ἀριθμὸ «αὐτῆς» ἀντὶ γιὰ τὸν πληθυντικὸ «αὐτῶν» στὸν (Τίμαιο, 35α 6.17). Ἔτσι ὁ Πλούταρχος κατανοεῖ μία διαδικασία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Δημιουργὸς λαμβάνει τὸ ἀδιαίρετο καὶ τὸ διαιρετὸ εἴδη Οὐσίας (Ὄντων) καὶ τὰ ἀναμειγνύει σὲ μία σύνθετη μορφή. Αὐτὸ συνδυάζεται στὴν συνέχεια μὲ τὸ Ταυτὸν καὶ τὸ Ἕτερον γιὰ νὰ δημιουργήσει τὴν «ψυχικὴ ζύμη - φύραμα» ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Δημιουργὸς διένειμε (Τίμαιο, 35β 4 - 36β 5).
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ὅτι σὲ αὐτὴ τὴν διαδικασία, δὲν ἀνταποκρινόμαστε μὲ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ταυτότητας καὶ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ἑτερότητας. Μόνο ἡ Οὐσία ὡς ἐκ τούτου διαφοροποιεῖται:
Ἡ Ταυτότητα καὶ ἡ Ἑτερότητα φαίνεται νὰ εἰσάγονται μόνο ὡς μέσα γιὰ νὰ ἀντιπροσωπεύουν τὴν Κίνηση καὶ τὴν Μονὴ ποὺ ἡ ψυχὴ ἐκδηλώνει.
Ἡ ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ ἀποσπάσματος ἀπὸ τὸν Πρόκλο ἔχει γίνει ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὰ μέσα ἕως τὰ τέλη τοῦ 20ου αἰώνα.
Ὁ Πρόκλος δὲν συνδυάζει ἀπλῶς τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Οὐσίας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ταυτότητας καὶ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ἑτερότητας. Τὰ ἐνδιάμεσα εἴδη τῶν τριῶν στὴ συνέχεια ἀναμιγνύονται γιὰ νὰ ἀποτελέσουν τὴν «ψυχικὴ ζύμη - φύραμα» ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Δημιουργὸς διένειμε. Ὡς ἐκ τούτου, ἕνας λόγος ποὺ ὁ Πρόκλος ἀφιερώνει μεγάλη προσοχὴ στὴν ἐξήγηση αὐτοῦ τοῦ τμήματος τοῦ «Τίμαιου» εἶναι ὅτι ἐπιδιώκει νὰ διορθώσει αὐτὸ ποὺ θεωρεῖ ὃτι εἶναι μία σοβαρὴ παρανόηση τοῦ κειμένου τοῦ (Τίμαιου, 35α1 – β1).
Ὁ Πρόκλος ἀντιμετωπίζει τὸν ἰσχυρισμὸ τοῦ Πλουτάρχου ὅτι ἡ Ἀδιαίρετη Οὐσία μέσα στὴν Ψυχὴ τοῦ Κόσμου εἶναι μία ἄλογη ψυχὴ ποὺ προϋπάρχει τῆς λογικῆς ψυχῆς. Ἡ ρητὴ ἀπάντηση τοῦ Πρόκλου σὲ αὐτὴ τὴν θέση εἶναι σαφὴς καὶ σύντομη (154,15 – 18) καὶ ἀμέσως ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὴν ἐξήγηση τοῦ (Τίμαιου, 35α 4-6), ἡ ὁποία ἀφορᾶ ἀκριβῶς στὸ σημεῖο ποὺ ἔχουμε ὑπὸ συζήτηση - ὁ ρόλος τῶν ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν τῆς Ταυτότητας καὶ Ἑτερότητας στὴν σύνθεση τῆς Ψυχῆς τοῦ Κόσμου.
Ἔτσι, ἴσως ὁ πραγματικὸς ἰσχυρισμὸς τῆς ἀπάντησης τοῦ Πρόκλου εἶναι θετικὸς καὶ ὄχι ἀρνητικός· δείχνοντας τὴν σωστὴ ἀνάγνωση τοῦ κειμένου, ἀφαιρεῖ ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς θέσεως τοῦ Πλούταρχου. Παρ’ ὅλα αὐτά, αὐτὴ ἡ θέση κάνει οὐσιαστικὴ χρήση τῆς ἰδέας ὅτι εἶναι ἡ διαιρετὴ Οὐσία - καὶ ὄχι ἡ διαιρετὴ Ταυτότητα καὶ Ἑτερότητα - ὅτι πρέπει νὰ προσδιοριστεῖ μὲ τὴν ἄλογη ψυχή. Ἔτσι τὰ κίνητρα τοῦ Πρόκλου γιὰ λεπτομερῆ προσοχὴ στὴ σύνθεση τῆς Ψυχῆς τοῦ Κόσμου ἑστιάζονται γύρω στὸν (Τὶμαιο, 35α1-β1).
Ἡ σύνθεση τῆς ψυχῆς
Τὰ Σχόλια τοῦ Πρόκλου εἶναι ἡ πρώτη πηγὴ ποὺ διαθέτουμε ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ἡ ὁποία υἱοθετεῖται ἀπὸ τὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα καὶ ἀπὸ διακεκριμένους ἐρευνητὲς πάνω σὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα «Τίμαιος 35 α 1-8». Δὲν εἶναι γνωστὸ ἂν αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ ἦταν ἤδη σαφὲς στὰ σχόλια τοῦ Πορφύριου ἢ τοῦ Ἰάμβλιχου, ἢ ἂν πρόκειται γιὰ μία ἀνάγνωση τοῦ Πρόκλου ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Συριανό. Ἂν ναί, δὲν ὑπάρχουν ἴχνη ἀπὸ κάποια παλαιότερη ἔκδοση ποὺ ἔχει διασωθεῖ. Τὸ πρόβλημα μὲ τὴν ἑρμηνεία αὐτῆς τῆς γραμμῆς τοῦ κειμένου γύρω ἀπὸ τὶς λέξεις «αὖ περὶ» στὴ δεύτερη πρόταση τῆς προβληματικῆς φράσης:
[a1] «τῆς ἀμερίστου καὶ ἀεὶ κατὰ ταὐτὰ ἐχούσης οὐσίας καὶ τῆς αὖ περὶ τὰ σώματα γιγνομένης μεριστῆς τρίτον ἐξ ἀμφοῖν ἐν μέσῳ συνεκεράσατο οὐσίας εἶδος, τῆς τε ταὐτοῦ φύσεως [αὖ πέρι] καὶ τῆς τοῦ ἑτέρου καὶ κατὰ ταῦτα συνέστησεν ἐν μέσῳ τοῦ τε ἀμεροῦς αὐτῶν καὶ τοῦ κατὰ τὰ σώματα μεριστοῦ καὶ τρία λαβὼν αὐτὰ ὄντα συνεκεράσατο εἰς μίαν πάντα ἰδέαν, τὴν θατέρου φύσιν δύσμεικτον οὖσαν εἰς ταὐτὸν συναρμόττων βίᾳ».
Οἱ περισσότεροι ἐκδότες ἔχουν παραλείψει ἢ τροποποίησαν τὸ «αὖ περὶ» παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι σὲ ὅλα τὰ χειρόγραφά μας. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι νὰ προσδιορίσουν στὴ συνέχεια τὴν Ταυτότητα καὶ Ἑτερότητα μὲ τὸ Ἀδιαίρετο καὶ Διαιρετό, εἴδη Οὐσίας. Αὐτὸ καθιστὰ τὴν διαδικασία ἀνάμειξης ποὺ περιγράφεται στὴν δεύτερη πρόταση κατὰ τὴν ὁποία ὁ Δημιουργὸς συνδυάζει τὸ τρίτο εἶδος Οὐσίας ἀναμειγνύοντάς το ἀπὸ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη καὶ πάλιν μὲ τὸ ἀρχικὸ συστατικὸ – ἀδιαίρετη καὶ διαιρετή Οὐσία – καθιστώντας το ἔτσι ἐπαναλαμβανόμενο καὶ περιττό.
«καὶ κατὰ ταὐτὰ συνέστησεν ἐν μέσῳ τοῦ τε ἀμεροῦς αὐτῶν καὶ τοῦ κατὰ τὰ σώματα μεριστοῦ»
Ὁ Πρόκλος, ὡστόσο, ἀρνεῖται νὰ ἐξισώσει τὴν ἀδιαίρετη καὶ διαιρετή Οὐσία μὲ τὴν Ταυτότητα καὶ Ἑτερότητα ἀντίστοιχα (Τίμαιο, II 155,20 - 156,8). Ἔχει θέσει πολλὰ ἐπιχειρήματα ἐναντίον μίας τέτοιας ταύτισης. Μεταξὺ ἄλλων, αὐτὸ θὰ παραβίαζε τὸ ἀξίωμα ὅτι ὅλα τὰ πράγματα εἶναι μέσα σὲ ὅλα, ἂν καὶ καθένα σύμφωνα μὲ τὴν ἱκανότητά του. Αὐτοὶ οἱ παραπλανημένοι Πλατωνισταί, ποὺ ἐξισώνουν τὴν ἀδιαίρετη Οὐσία μὲ τὴν Ταυτότητα καὶ τὴν διαιρετὴ Οὐσία μὲ τὴν Ἑτερότητα ἔχουν ἄγνοια τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ταυτότητα κυριαρχεῖ στὰ νοητά, ἀδιαίρετα πράγματα, συμπεραίνοντας ὅτι ἡ Ἑτερότητα δὲν εἶναι ἐκεῖ κάν. Αὐτὸ εἶναι σίγουρα λάθος, δεδομένου ὅτι ἀκόμη καὶ τὰ νοητὰ εἶναι, κατὰ μία ἔννοια, διαφοροποιημένα μεταξύ τους.
Ἐπειδὴ ἀρνεῖται νὰ προσδιορίσει τὴν Ταυτότητα καὶ Ἑτερότητα μὲ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Οὐσίας, ὁ Πρόκλος διακρίνει ποιὰ λειτουργία ἡ δεύτερη ἐμφάνιση τοῦ «αὖ περὶ» ἐξυπηρετεῖ. Ὑπάρχει ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ταυτότητας καὶ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Ἑτερότητας, καθὼς καὶ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἴδη Οὐσίας. Ἔτσι τὸ «αὖ περὶ» στὸ α4 ὑποδεικνύει ὅτι ὁ Δημιουργὸς κάνει καὶ πάλι αὐτὸ ποὺ ἔκανε στὴν περίπτωση τῆς Οὐσίας: ἀναμιγνύει τὸ ἀδιαίρετο εἶδος Ταυτότητας μὲ τὸ διαιρετὸ εἶδος Ταυτότητας γιὰ νὰ δημιουργήσει ἕνα τρίτο, ἐνδιάμεσο εἶδος. Κάνει τὸ ἴδιο πράγμα μὲ τὸ ἀδιαίρετο καὶ διαιρετὸ εἶδος Ἑτερότητας. Ἔτσι τὸ τέλος τοῦ πρώτου σταδίου τῆς Δημιουργικῆς ἐνέργειας ἀποτελεῖ τὴν ὕπαρξη τριῶν εἰδῶν συστατικῶν γιὰ τὴν Ψυχή τοῦ κόσμου. Τρεῖς ἐνδιάμεσες μεσότητες (διαβαθμίσεις) τῆς Οὐσίας, τῆς Ταυτότητας καὶ τῆς Ἑτερότητας ἔχουν προκύψει ἀπὸ τὴν ἀνάμειξη τῶν ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν.
Τὸ ὅτι ὁ Πρόκλος ἔχει κάνει ὀρθὴ ἐξήγηση τοῦ κειμένου τοῦ Πλάτωνα εἶναι σὲ μεγάλο βαθμὸ ἀποδεκτὸ ἀπὸ τὴν πλειοψηφία τῶν Κλασικῶν Φιλολόγων. Ἀντὶ νὰ ἐπαναλαμβάνουμε καὶ πάλι τὸ ἴδιο θέμα, ἄς διερωτηθοῦμε τί προτρέπει τὸν Πρόκλο πρὸς τὴν ἀνάγνωση τοῦ κειμένου τοῦ Πλάτωνα μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ὡς ἑξῆς: ‹Αὐτὸ φαίνεται ὡς μία ἐπανάληψη τῶν ὅσων εἶχαν ἤδη εἰπωθεῖ πιὸ πάνω, ἀλλὰ ἔχει νόημα, ἐὰν τὸ ἀντικείμενο τῆς πρότασης εἶναι νὰ μᾶς ὑπενθυμίσει ὅτι τὸ Ταυτὸν καὶ Ἕτερον τοῦ 4-5 εἶναι πανομοιότυπο μὲ τὸ Ἀδιαίρετο καὶ Διαιρετὸ στὸ (Τίμαιο, 35α 5-6). Ὁ κύριος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Πρόκλος εἶναι διατεθειμένος νὰ ἀντισταθεῖ στὴν ἐξίσωση τοῦ ἀδιαίρετου τῆς Οὐσίας μὲ τὴν Ταυτότητα καὶ τοῦ διαιρετοῦ τῆς Οὐσίας μὲ τὴν Ἑτερότητα ποὺ ἄλλοι ἀναγνῶστες σοφιστὲς φαίνεται πὼς ἔχουν υἱοθετήσει εἶναι γιατί πιστεύει ὅτι ὁ «Σοφιστής» τοῦ Πλάτωνα ρίχνει τὸ ἀπαραίτητο φῶς στὸ κείμενο τοῦ «Τίμαιου». Στὸν «Σοφιστὴ» τὸ Ὃν-Οὐσία, Ταυτότητα, Ἑτερότητα, Κίνηση καὶ Μονὴ εἶναι τὰ πέντε κύρια εἴδη.
Ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι εἶναι διακριτὰ καὶ πέντε σὲ ἀριθμό. Ὁ Πρόκλος ἀπευθύνεται εὐθέως στὸν (Σοφιστὴ στὸ II 132.18 καὶ 133.25) γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τοῦ σημείου αὐτοῦ. Ὁ Πλούταρχος, ἀντιθέτως, χρησιμοποιεῖ μόνο μία ἀναφορὰ στὸν Σοφιστὴ καὶ αὐτὸ γίνεται γιὰ νὰ ἀντιπαρατεθεῖ κατὰ τῶν ἑρμηνευτῶν ποὺ ὑποθέτουν ὅτι ἡ κίνηση καὶ ἡ μονὴ τῆς ψυχῆς ὀφείλεται στὴν παρουσία τῆς Ταυτότητας καὶ Ἑτερότητας τῆς ψυχῆς. Ὁ Πλούταρχος σημειώνει ὅτι στὸν Σοφιστή, ἡ Κίνησις καὶ ἡ Μονὴ διαφέρουν ἀπὸ τὴν Ταυτότητα καὶ Ἑτερότητα. Ὡς ἐκ τούτου, ἡ Ταυτότητα καὶ ἡ Ἑτερότητα δὲν πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζονται ὡς πηγὴ τῆς Κίνησης καὶ τῆς Μονῆς στὴν ψυχή. Προφανῶς παραβλέπει τὴν παρόμοια συλλογιστικὴ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ δεῖ κατὰ τὴν δική του ἐξίσωση τῆς Ταυτότητας καὶ τῆς Ἑτερότητας μὲ τὸ νοητὸ καὶ τὸ αἰσθητὸ Ὂν-Οὐσία.
Πιθανὸν δὲν σκέφτηκε ὅτι ὁ Σοφιστὴς ἦταν συνδεδεμένος ἄμεσα μὲ τὸν «Τίμαιο» καὶ χρησιμοποιεῖ τὴν συζήτηση γιὰ τὰ πέντε κύρια εἴδη μόνο διαλεκτικά, ἐναντίον ἐναλλακτικῶν ἑρμηνειῶν τοῦ «Τίμαιου». Ὁ Πρόκλος, ὡστόσο, συνέθεσε ἕνα ἔργο γιὰ τὸν «Σοφιστὴ» καὶ κάνει συχνὴ ἀναφορὰ σὲ αὐτό, τόσο στὸ ἔργο τοῦ σχετικὰ μὲ τὸν (Εἱς τὸν Πλάτωνος Παρμενίδη καὶ τῆς Περὶ τῆς Πλάτωνα Θεολογίας) του, ὅσο καὶ στὰ σχόλιά του στὸν «Τίμαιο».
Ὑποθέτοντας ὅτι ὁ Πρόκλος ἑρμηνεύει σωστὰ τὸ κείμενο τοῦ Πλάτωνα, τί κάνει μὲ αὐτὴ τὴν διορατικότητα; Ἕνα ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖ εἶναι νὰ ἀναπτυχθεῖ ἕνα ἄλλο μέσον της διαφοροποίησης μεταξὺ τῶν ψυχῶν. Ὑπάρχει ἕνα μακροχρόνιο ζήτημα μεταξὺ Πλατωνιστῶν γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ τῆς Ψυχῆς τοῦ Κόσμου καὶ τῶν μεμονωμένων ψυχῶν. Αὐτὸ εἶναι ἐμφανὲς στὴν πραγματεία τοῦ Πλωτίνου σχετικὰ μὲ τὸ ἂν ὅλες οἱ ψυχὲς εἶναι μία (IV.9), καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ ἐναπομείναντα τοῦ Ἰάμβλιχου «Περὶ Ψυχῆς» στὴν συζήτηση γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν ψυχῶν. Ὁ Ἰάμβλιχος χαρακτηρίζει τὴν θέση τοῦ Ἀμέλιου ὡς μονιστική: ὑπάρχει μόνο ἀριθμητικὰ μία ψυχὴ ποὺ πολλαπλασιάζεται, δὲν εἶναι ἐγγενῶς, ἀλλὰ μὲ τὶς σχέσεις της μὲ τὰ πράγματα.
Ἡ ψυχή μας, ἢ ἡ ψυχὴ ποὺ ζωοποιεῖ τὴν Σελήνη, εἶναι ἡ Ψυχὴ τοῦ Κόσμου ποὺ στέκεται ἱεραρχικὰ σὲ μία ὁρισμένη σχέση μὲ ἕνα σῶμα. Ὁ Ἰάμβλιχος ἀπορρίπτει μία τέτοια ἐξήγηση τῆς πολλαπλότητος - ἢ τῆς ἐμφάνισης τῆς πολλαπλότητος. Στὴν κάθοδο τῶν ψυχῶν ἀπὸ τὴν Ψυχὴ τοῦ Κόσμου, ὑπάρχει μία σημαντικὴ ἀλλαγή, ἔτσι ὥστε μία καθοδικὴ ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι καὶ δὲν εἶναι ἴδια κατ’ οὐσίαν μὲ τὴν Ψυχὴ τοῦ Κόσμου.
Ἐν τῶ μεταξύ, ἡ θέση τοῦ Ἰάμβλιχου εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἑάν στὴν ἐνδιάμεση ἰδιότητα τῆς ψυχῆς δοθεῖ αὐτὸ ποὺ τῆς ἀξίζει, πρέπει κανεὶς νὰ δεχτεῖ ὅτι ἀλλάζει ἐπίσης ἡ οὐσία της. Γιατί αὐτὸς ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τὴν οὐσία τῆς ψυχῆς ὡς κάτι ἀναλλοίωτο, ὁδηγεῖται μὲ ἄγνοια στὴ θέση τοῦ Πλωτίνου σύμφωνα μὲ την ὁποία αὐτὸ τὸ «κάτι», τὸ ὑψηλότερο μέρος τῆς ψυχῆς, παραμένει πάντα ἀμιγὲς καὶ ἀνεπηρέαστο. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἰάμβλιχο, τὸ γίγνεσθαι καὶ ἡ ἀλλαγὴ δὲν εἶναι κάτι τυχαῖο στὴν ψυχή, ἀλλὰ ἐπηρεάζει τὴν οὐσία της.
Ὡστόσο, σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν σημαντικὴ ἀλλαγή, ἡ ψυχὴ ἐξακολουθεῖ νὰ διατηρεῖ τὴν ταυτότητά της, ἢ ὄπως λέει ὁ Ἰάμβλιχος, «ἡ ψυχὴ ταυτόχρονα ἀλλάζει καὶ παραμένει».
Ὁ Πρόκλος ἀπορρίπτει τὴν παράδοξη θέση τοῦ Ἰάμβλιχου, ὑποστηρίζοντας ὅτι ὅλη ἡ ψυχὴ εἶναι αἰώνια στὴν οὐσία της, ἀλλὰ χρονικὴ (ἐγκόσμια) στὴν ἐνέργειά της (Σ.Θ. 191). Στὸν (Τὶμαιο, II 124,17 - 19). Ἡ θέση αὐτὴ θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ὅτι βρίσκεται μεταξὺ Σκύλλας καὶ Χάρυβδης.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς συζήτησης τοῦ Πρόκλου γιὰ τὰ ζητήματα γύρω ἀπὸ τὴν διαφοροποίηση τῶν ψυχῶν ἐξελίσσεται στὴν συζήτησή του στὸν (Τίμαιο, 35α1-4). Ἡ συζήτηση τοῦ δεύτερου ἐδαφίου, ποὺ ἀρχίζει μὲ τὴν προβληματικὴ δεύτερη ἐμφάνιση τῆς «αὖ περὶ» στὸ (Τίμαιο, 35α 4-6) εἶναι σύντομη (στὸν Τίμαιο II 155,2 – 156,24).
Ὡστόσο, μετὰ ἀπὸ μία ἀκόμα πιὸ σύντομη ἀναφορὰ τοῦ μίγματος αὐτῶν τῶν τριῶν ἐνδιάμεσων εἰδῶν (Τίμαιο, 35a 6), ὁ Πρόκλος θέτει τὸ ἐρώτημα, γιατί αὐτὸ τὸ μίγμα τῶν ἐνδιάμεσων εἰδῶν τῆς Οὐσίας (Ὄντος), Ταυτότητας καὶ Ἑτερότητας εἶναι τέτοιο ὥστε νὰ συντάσσει τὴν Παγκόσμιο Ψυχή, σὲ ἀντίθεση μὲ κάποια ἄλλη ψυχὴ (Τίμαιο, II 158,3 ἔως 15).
Ἡ ἀπάντησή του εἶναι διττή. Πρῶτον, ἡ ἀνάμιξη τῶν συστατικῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὴν Ψυχὴ τοῦ Κόσμου πηγάζει ἀπὸ τὸν καθολικὸ νοῦ (γιὰ τὰ ἀδιαίρετα εἴδη) καὶ τὴν καθολικὴ ὑλικὴ φύση (γιὰ τὰ διαιρετὰ εἴδη). Μία δεύτερη, σημαντικὴ προσθήκη σὲ αὐτὴ τὴν ἐξήγηση εἶναι ὅτι σὲ αὐτὸ τὸ συγκεκριμένο ψυχικὸ μίγμα, ἡ Οὐσία κυριαρχεῖ καί τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθιστᾶ τὴν ψυχὴ θεϊκή. Αντιθέτως, ἡ ὑπεροχὴ τῆς Ταυτότητας κάνει μία ψυχὴ δαιμονική, ἐνῶ μία ὑπεροχὴ τῆς Ἑτερότητας τὴν καθιστᾶ μερικὴ ἢ ἀνθρώπινη ψυχή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ Πρόκλος ἔχει τὶς δυνατότητες γιὰ νὰ ἐπιτρέψει τὴν ἐγγενῆ διαφοροποίηση μεταξὺ τῶν ψυχῶν ποὺ ἔχουν εἰσέλθει σὲ διαφορετικὰ ἐπίπεδα, ἀλλὰ χωρὶς νὰ στερηθοῦν τὴν ἴδια ψυχικὴ οὐσία ἢ μίγμα.
Ἡ οὐσία κάθε ψυχῆς εἶναι μία ἀνάμιξη τῶν ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν Οὐσίας (Ὄντος), ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν Ταυτότητας καὶ ἀδιαίρετων καὶ διαιρετῶν εἰδῶν Ἑτερότητας.
Ὁ Πρόκλος ἀναφέρεται σὲ αὐτὴ τὴν θέση πάλι στὴν συζήτησή του γιὰ τὴν ‹δευτέρου καὶ τρίτου βαθμοῦ καθαρότητα› ποὺ βρίσκεται στὸ μίγμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀποτελοῦνται οἱ ψυχὲς τῶν θνητῶν (Τίμαιο, 41δ).
Ἐκεῖ λέει: Ἐκτὸς αὐτοῦ, τὰ εἴδη [ἐκ τῶν ὁποίων οἱ ψυχὲς τῶν θνητῶν ἀποτελοῦνται] εἶναι τὸ Ταυτὸν καὶ Ἕτερον, καθὼς ὅλες οἱ ψυχὲς ἀποτελοῦνται ἀπὸ τὰ ἐνδιάμεσα [εἴδη Οὐσίας (Ὄντος), Ταυτὸν καὶ Ἕτερον], κάποιες ψυχὲς ἀποτελοῦνται ἀπὸ τὸ πρῶτο αὐτόν, κάποιες ἀπὸ τὰ περισσεύματα καὶ ἀπὸ τὸ τελευταῖο .... Ἐξάλλου, ὁ τρόπος [σύνθεσης] εἶναι ταυτόχρονα ἴδιος καὶ δὲν εἶναι ἴδιος, γιατί ὑπάρχει μεγαλύτερη Ἑτερότητα στὴν περίπτωση τῶν μερικῶν ψυχῶν. (Τίμαιο, III 245,13 μὲ 185.. 254. 2 ἔως 10).
Αὐτὸ ποὺ ἐπιτρέπει αὐτὸ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ σωστὴ ἀνάγνωση τοῦ Τίμαιου (Τίμαιος, 35α 1-6) μὲ τὴν ἐπανάληψη τοῦ «αὖ περὶ». Αὐτὴ ἡ ἀνάγνωση ἀποτρέπει τὴν ἐξίσωση τοῦ Ταυτοῦ μὲ τήν ἀδιαίρετη Οὐσία καὶ τοῦ Ἑτέρου μὲ τὴν διαιρετὴ Οὐσία ποὺ βλέπουμε στὸν Πλούταρχο, ἀργότερα, στὸν Ταίηλορ, ἀλλά ἀκόμη καὶ στούς σύγχρονους σοφιστές. Αὐτό, μὲ τὴν σειρά του, δίνει στὸν Πρόκλο δυὸ ἐπιπλέον παράγοντες, ποὺ μποροῦν νὰ κυμαίνονται ἐντὸς κάθε οὐσίας τῆς ψυχῆς. Αὐτὴ ἡ συγκεκριμένη χρήση μὲ τὴ σωστὴ ἀνάγνωση τοῦ χωρίου αὐτοῦ μπορεῖ νὰ μᾶς φαίνεται περίεργη. Γιὰ ἐμᾶς, αὐτὸ φαίνεται σαφές, ὅτι ἡ ἑρμηνεία τοῦ Πρόκλου καθιστᾶ τὴν καλύτερη καὶ ὀρθότερη ἔννοια, (κατὰ τοὺς ὀρφικοπυθαγορείους) τῆς γραμματικῆς προτάσεως τοῦ Πλάτωνα.
Ὡστόσο, ὑπάρχει ἕνα πραγματικὸ πρόβλημα γιὰ κάθε Πλατωνιστή, ὡς πρὸς τὴν διαφορὰ μεταξὺ τῶν ψυχῶν τῶν διαφορετικῶν τάξεων - κατὰ κάποιο τρόπο δίνει νόημα στὴν μυσταγωγικὴ γλώσσα τοῦ Πλάτωνα (Τίμαιος, 40δ). Ἡ ἀνάγνωση ἀπὸ τὸν Πρόκλο της ἐπίμαχης σύνταξης (Τίμαιος, 35α1-6) τοῦ δίνει τὰ μέσα γιὰ νὰ τὸ πράξει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου